Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τὸ ἱμερτόν

См. также в других словарях:

  • ἱμερτόν — ἱ̱μερτόν , ἱμερτός longed for masc acc sg ἱ̱μερτόν , ἱμερτός longed for neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • TITARESIUS vulgo TITARESO — TITARESIUS, vulgo TITARESO Hesach. Τιταρήσιος, ποταμὸς Η᾿πείρου. Ubi Gramaticus alias longe doctissimus suam in Geographicis inscitiam prodit: est enim Pieriae et Theslaliae fluvius, apud Pharsalum urbem fluens, longe ab Epiro. Sed fefellit cum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ιμερτός — ἱμερτός, ή, όν (Α) [ιμείρω) 1. αγαπητός, ποθητός 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἱμερτόν η ερωτική επιθυμία 3. (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Ιμερτός επίθ. τού Απόλλωνος και τού Διονύσου 4. φρ. «ἱμερτὴ ἡλικίη» αγαπητή ζωή …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»